Οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με αυξανόμενες προκλήσεις συμμόρφωσης λόγω της εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) και του AI Act . Οι κανονισμοί αυτοί στοχεύουν στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και στην ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας στις διαδικασίες που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη (AI) . Η συμμόρφωση με το GDPR και τον AI Act δεν είναι μόνο νομική υποχρέωση, αλλά και στρατηγική αναγκαιότητα για τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά .
Ο GDPR, που τέθηκε σε ισχύ το 2018, επιβάλλει αυστηρούς κανόνες για τη συλλογή, την επεξεργασία και την αποθήκευση προσωπικών δεδομένων . Οι τράπεζες πρέπει να διασφαλίζουν ότι έχουν τη ρητή συγκατάθεση των πελατών τους για την επεξεργασία των δεδομένων τους και ότι τα δεδομένα αυτά προστατεύονται από μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση . Επιπλέον, οι πελάτες έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν πρόσβαση στα δεδομένα τους, να τα διορθώσουν ή να τα διαγράψουν, γνωστό και ως «δικαίωμα στη λήθη» .
Ο AI Act, από την άλλη πλευρά, στοχεύει στη ρύθμιση της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης, θέτοντας αυστηρές απαιτήσεις για τα συστήματα AI που θεωρούνται υψηλού κινδύνου . Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αυτό περιλαμβάνει συστήματα που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας, την ανίχνευση απάτης και την τιμολόγηση ασφαλιστικών προϊόντων . Τα συστήματα αυτά πρέπει να είναι διαφανή, να υπόκεινται σε ανθρώπινη εποπτεία και να μην εισάγουν διακρίσεις . Οι τράπεζες πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα συστήματα AI που χρησιμοποιούν είναι ακριβή, αξιόπιστα και δεν παραβιάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών .
Οι προκλήσεις για τις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι πολλαπλές. Πρώτον, πρέπει να ενσωματώσουν τις απαιτήσεις του GDPR και του AI Act στις υπάρχουσες δομές διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων . Αυτό απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε τεχνολογία, εκπαίδευση και ανθρώπινο δυναμικό . Δεύτερον, πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση των συστημάτων AI είναι ακριβή, αμερόληπτα και αντιπροσωπευτικά του πληθυσμού που εξυπηρετούν . Τρίτον, πρέπει να είναι σε θέση να εξηγήσουν πώς λειτουργούν τα συστήματα AI και πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις, προκειμένου να διασφαλίσουν τη διαφάνεια και τη λογοδοσία .
Οι τράπεζες που δεν συμμορφώνονται με το GDPR και τον AI Act αντιμετωπίζουν σημαντικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων προστίμων έως και 7% του παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών ή 35 εκατομμυρίων ευρώ, ανάλογα με το ποιο είναι μεγαλύτερο . Επιπλέον, η μη συμμόρφωση μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της εμπιστοσύνης των πελατών και σε ζημιά στη φήμη της τράπεζας .
Για να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις, οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρέπει να υιοθετήσουν μια ολιστική προσέγγιση στη συμμόρφωση, η οποία να περιλαμβάνει τα εξής:
- Ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής AI που να ενσωματώνει τις απαιτήσεις του GDPR και του AI Act .
- Δημιουργία ενός ισχυρού πλαισίου διακυβέρνησης που να διασφαλίζει ότι τα συστήματα AI είναι αξιόπιστα, αμερόληπτα και εξηγήσιμα .
- Επένδυση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση του προσωπικού, ώστε να κατανοούν τις απαιτήσεις του GDPR και του AI Act και να είναι σε θέση να τις εφαρμόζουν στην πράξη .
- Συνεργασία με τις ρυθμιστικές αρχές για την ανταλλαγή πληροφοριών και την καλύτερη κατανόηση των απαιτήσεων .
Με την υιοθέτηση μιας προληπτικής και υπεύθυνης προσέγγισης, οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπορούν να μετατρέψουν τις προκλήσεις συμμόρφωσης σε ευκαιρίες για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πελατών, τη βελτίωση της διαχείρισης κινδύνων και την απόκτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος .
